Συζήτηση επί των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: α)Κύρωση του απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2004 β)Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2004

Συζήτηση επί των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: α)Κύρωση του απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2004 β)Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2004

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ:

Κύριε Υπουργέ, αγαπητοί συνάδελφοι και συναδέλφισσες, για άλλη μια χρονιά φέτος έχουμε στην Ολομέλεια της Βουλής την καθιερωμένη θεσμικά συζήτηση για την κύρωση του Απολογισμού και του Ισολογισμού για το οικονομικό έτος 2004.
Πριν έρθει στην Ολομέλεια η συζήτηση του παραπάνω θέματος, είχαμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε διεξοδικά τον Απολογισμό και τον Ισολογισμό του οικονομικού έτους 2004 στην ειδική επιτροπή, που προβλέπεται από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, έτσι ώστε να υπάρχει ενδελεχής έλεγχος στα διαχειριστικά πεπραγμένα της κυβερνητικής πολιτικής για το έτος αυτό. Δηλαδή, σήμερα στην ουσία έχουμε τη λογοδοσία της Κυβέρνησης για την οικονομική διαχείριση ενός έτους, για την εκτέλεση του προϋπολογισμού για το έτος αυτό, για την πορεία της υλοποίησης των εσόδων από τη μια και των δαπανών από την άλλη, που πραγματοποιήθηκαν εντός του έτους αυτού.

Πριν, όμως, μπούμε στην ουσία της συζήτησης για τον Απολογισμό και τον Ισολογισμό του κράτους για το οικονομικό έτος 2004, οφείλουμε να σταθούμε σε δύο διαδικαστικά μεν, ιδιαιτέρως, όμως, κατά την ταπεινή μου άποψη, σημαντικά θέματα, τα οποία και τα προηγούμενα χρόνια απασχόλησαν τόσο την αρμόδια Ειδική Επιτροπή όσο και την Ολομέλεια της Βουλής, χωρίς όμως, δυστυχώς, να υπάρξει κάποια θετική εξέλιξη και αντιμετώπισή τους. Γι' αυτόν το λόγο άλλωστε εξακολουθούν να είναι εξίσου επίκαιρα.
Πρώτον, η ανάγκη αναβάθμισης και ουσιαστικής λειτουργίας της ειδικής επιτροπής. Όπως είναι γνωστό σε όλους η σύσταση και η λειτουργία της συγκεκριμένης Ειδικής Επιτροπής προβλέπεται από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, βάσει του άρθρου 31Α΄ και σκοπό έχει τον έλεγχο του Απολογισμού και του Ισολογισμού του κράτους για ένα συγκεκριμένο οικονομικό έτος. Όμως, αν θέλουμε η συγκεκριμένη ειδική επιτροπή να λειτουργεί ουσιαστικά, αν επιθυμούμε πραγματικά την αναβάθμισή της, θα πρέπει να αποφασίσουμε να ενισχυθούν αφ' ενός μεν οι αρμοδιότητές της, αφ' ετέρου δε οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της. Θα πρέπει να στελεχωθεί με το κατάλληλο προσωπικό, το ειδικευμένο επιστημονικά στα δημόσια λογιστικά και θα πρέπει να έχει ουσιαστική γραμματειακή υποστήριξη. Επίσης, αν επιθυμούμε την ουσιαστική λειτουργία της και την αναβάθμισή της, αν επιθυμούμε τον άμεσο έλεγχο από το Κοινοβούλιο και από τον ελληνικό λαό στην τρέχουσα διαχείριση, του προϋπολογισμού, θα πρέπει να έχει αυτή η ειδική επιτροπή τη δυνατότητα να ασκεί προληπτικούς ελέγχους κατά την τρέχουσα διαχειριστική χρήση ή εναλλακτικά να έχει την αρμοδιότητα αυτή, ανά τακτά χρονικά διαστήματα τεσσάρων ή έξι μηνών, να ελέγχει δηλαδή την πορεία υλοποίησης του τρέχοντος προϋπολογισμού. Μόνο με τον τρόπο αυτό θα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος, πλήρης διαφάνεια στη διαδικασία του κοινοβουλευτικού ελέγχου του προϋπολογισμού και των δημοσίων οικονομικών.
Στη συνέχεια, βέβαια, προβλέπω για το συγκεκριμένο θέμα να χυθούν πολλά «κροκοδείλια δάκρυα», ειδικότερα από τους συναδέλφους του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Φυσικά στο ερώτημα: «Αφού συμφωνείτε με τα παραπάνω, δηλαδή με την αναβάθμιση και την ουσιαστική λειτουργία της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Απολογισμού και Ισολογισμού του κράτους, τόσα χρόνια -σχεδόν είκοσι- που ήσασταν στην Κυβέρνηση γιατί δεν τα υλοποιήσατε;» απάντηση δεν υπάρχει. Βλέπετε, ότι οι αγαπητοί συνάδελφοι Βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προτιμούν να είναι τιμητές των πάντων, αυστηροί κριτές και επικριτές όλων των κυβερνητικών δράσεων, παραλείψεων ή και τυχόν λαθών, αλλά παρ' ότι ήταν τόσα πολλά χρόνια στην κυβέρνηση πολύ εύκολα ξεχνούν τα δικά τους λάθη, τις παραλείψεις τους και βέβαια ξεχνούν να κάνουν την αυτοκριτική τους.
Δεύτερο διαδικαστικό θέμα είναι η ταχύτερη ολοκλήρωση των διαδικασιών για την κύρωση του Απολογισμού και του Ισολογισμού του κράτους. Η κατάσταση στον τομέα αυτό έχει ως εξής. Στο τέλος περίπου του επόμενου της χρήσης έτους ολοκληρώνεται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ο Απολογισμός και ο Ισολογισμός του προηγούμενου χρόνου, ο οποίος συζητείται στα μέσα του μεθεπόμενου έτους και κυρώνεται στα τέλη του μεθεπόμενου έτους, όπως σήμερα δηλαδή καλή ώρα, συζητάμε τον Απολογισμό-Ισολογισμό του έτους 2004, για τον οποίο τέλειωσε η διαδικασία ελέγχου από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους το Νοέμβριο του 2005, οπότε και εκδόθηκε σε τόμους. Συζητήθηκε για πρώτη φορά στην ειδική επιτροπή τον Ιούνιο του 2006 και έρχεται για κύρωση στη Βουλή το Νοέμβριο του 2006, δηλαδή δύο περίπου χρόνια μετά τη λήξη του. Εκτιμούμε όμως -και αυτό είναι και άποψη της αρμόδιας ειδικής επιτροπής- ότι όλη αυτή η διαδικασία καθυστερεί πάρα πολύ. Λειτουργούμε αρκετά ετεροχρονισμένα. Πιστεύουμε ότι όλη αυτή η διαδικασία πρέπει το πολύ εντός του αμέσως επόμενου χρόνου, από την ολοκλήρωση της υπό συζήτηση διαχειριστικής περιόδου, να ολοκληρώνεται. Δηλαδή, η χρήση του 2005 πρέπει ως το τέλος του 2006 να εξετάζεται αναλυτικά, να συζητείται διεξοδικά στα αρμόδια όργανα -στην ειδική επιτροπή και στην Ολομέλεια της Βουλής- και στη συνέχεια να κυρώνεται και όχι όπως συμβαίνει σήμερα που συζητάμε, με καθυστέρηση δύο χρόνων. Δηλαδή συζητάμε για το οικονομικό έτος 2004 στα τέλη του 2006.
Μετά από τις δύο αυτές εισαγωγικές διαδικαστικές παρατηρήσεις, που θεωρώ, όμως, ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικές, ας έρθουμε στην ουσία του θέματος, στη συζήτηση δηλαδή για την κύρωση του Απολογισμού και του Ισολογισμού του κράτους για το οικονομικό έτος 2004.
Να ξεκινήσω βέβαια, επισημαίνοντας μια σημαντική ιδιαιτερότητα. Ο συζητούμενος Απολογισμός και Ισολογισμός του 2004 είναι ο πρώτος της νέας διακυβέρνησης της χώρας, της Κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή -θα ακολουθήσουν πολλοί ακόμη με τη βοήθεια του Θεού και με τη θέληση του ελληνικού λαού- είναι, όμως, Απολογισμός και Ισολογισμός ενός προϋπολογισμού που βρήκε από την προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που καταρτίστηκε και ψηφίστηκε από την τότε κοινοβουλευτική πλειοψηφία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στα τέλη του 2003. Λόγω του ότι ο προϋπολογισμός αυτός ήταν προεκλογικός, μια που -θυμίζω- υποχρεωτικά την άνοιξη του 2004 ολοκληρωνόταν η θητεία της τότε κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και πηγαίναμε για κοινοβουλευτικές εκλογές, ήταν ένας προϋπολογισμός ψεύτικος, ένας προϋπολογισμός ωραιοποιημένος, με μπόλικα «φτιασίδια», μόνο και μόνο για να εντυπωσιάσει τους Έλληνες πολίτες, για να ξεγελάσει συνειδητά τις αρμόδιες επιτροπές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια γνωστή άλλωστε και προσφιλής πρακτική των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Έτσι, ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός, ο προϋπολογισμός του 2004 «βρίθει» μαργαριταριών, διογκώνοντας ψευδώς τα έσοδα, αποκρύπτοντας σκανδαλωδώς τις δαπάνες, ακόμη και συγκεκριμένες λειτουργικές δαπάνες, μειώνοντας τεχνητά τα δημόσια ελλείμματα, το δημόσιο χρέος. Ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός του 2004 είναι το αποκορύφωμα της δημιουργικής λογιστικής, των λογιστικών αλχημειών, που τόσα χρόνια δίδαξε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι κυβερνώντες. Ήταν ένας προϋπολογισμός που δεν έκλεινε με καμία κυβέρνηση, ούτε ακόμη-ακόμη και με μια πιθανή, υπό το μάγο Χάρι Πότερ θα μπορούσε να υλοποιηθεί! Τόσα μαγικά κόλπα είχαν κάνει οι αλχημιστές του ΠΑ.ΣΟ.Κ.! Αυτόν τον προϋπολογισμό κληθήκαμε να υλοποιήσουμε μετά τις 7 Μαρτίου του 2004, όταν ο ελληνικός λαός με την ψήφο του μας έδωσε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας. Βεβαίως, εύλογα θα μπορούσε κάποιος καλοπροαίρετος πολίτης να ρωτήσει: «Και για ποιο λόγο δεν τον τροποποιήσατε; Για ποιο λόγο δεν υλοποιήσατε τη σχετική πρόβλεψη του Συντάγματος, που προβλέπει διορθωτικό προϋπολογισμό;».
Αγαπητοί συνάδελφοι και συναδέλφισσες, είμαι υποχρεωμένος να θυμίσω στο Σώμα ότι, όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας, έμεναν λιγότερο από πέντε μήνες για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, της μεγαλύτερης αθλητικής, πολιτιστικής, κοινωνικής διοργάνωσης, που είχε αναλάβει ποτέ η χώρα. Τα περισσότερα των έργων ήταν ημιτελή, ήμασταν αρκετά πίσω στο οργανωτικό στάδιο για την ολοκλήρωση των προετοιμασιών και ο χρόνος κυλούσε αμείλικτα. Δεν υπήρχαν περιθώρια για άλλες προτεραιότητες. Έτσι, όπως ήταν φυσικό, όλο το ενδιαφέρον της Κυβέρνησης, του ελληνικού λαού, όλων μας στράφηκε στην προσπάθεια της προετοιμασίας και της επιτυχούς διεξαγωγής των αγώνων αυτών και -δόξα τω Θεώ- με τη συντονισμένη προσπάθεια όλων, της Κυβέρνησης, των φορέων, των τεχνικών υπηρεσιών, με την πολύτιμη βοήθεια του ελληνικού λαού, όλα πήγαν καλά. Τα έργα, ως την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, ολοκληρώθηκαν, η οργάνωσή τους ήταν άψογη, κερδίσαμε ως χώρα τις θετικές γνώμες όλης της υφηλίου. Όταν, όμως, ολοκληρώθηκε η Ολυμπιάδα, αλλά στη συνέχεια και η εξίσου επιτυχημένη Παραολυμπιάδα, ήταν ήδη Οκτώβριος του 2004 και στην ουσία έμεναν μόνο δυο-τρεις μήνες για την ολοκλήρωση του προϋπολογισμού του έτους εκείνου. Οι διαδικασίες, όμως, για την τροποποίησή του, κάτι που -απ' ό,τι γνωρίζω- ποτέ στο παρελθόν δεν έχει γίνει, είναι εξαιρετικά χρονοβόρες. Δηλαδή, πρακτικά δεν υπήρχε χρόνος για να γίνει διορθωτικός προϋπολογισμός για το 2004.
Αλλά πέραν του σημαντικότατου αυτού ζητήματος, δηλαδή της διοργάνωσης της Ολυμπιάδας και της πλήρους σχεδόν στροφής του κυβερνητικού ενδιαφέροντος στην επιτυχή αυτή διοργάνωση πρέπει να σας πω ότι κανείς, από την Κυβέρνηση ξεκινώντας, συνεχίζοντας με τους Βουλευτές του ελληνικού Κοινοβουλίου, αλλά είμαι βέβαιος ότι και από Βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν γνώριζε το πραγματικό μέγεθος της παραποίησης των στοιχείων του προϋπολογισμού του 2004. Κανείς μας δεν μπορούσε να φανταστεί σε ποιο βαθμό θα υπήρχε υπερεκτίμηση των εσόδων, υποεκτίμηση των δαπανών, μόνο και μόνο για να «φτιασιδωθεί» ο προϋπολογισμός του 2004, αυτός ο εικονικός, ψευδής προϋπολογισμός.
Και για του λόγου το αληθές, αγαπητοί συνάδελφοι, να θυμίσω μόνο πως μεταξύ των άλλων ο προϋπολογισμός του 2004 συνειδητά υποεκτιμούσε τις εγγεγραμμένες πιστώσεις για μισθούς και συντάξεις, μεγέθη απολύτως προβλέψιμα. «Ξεχνούσε» τις εκλογικές δαπάνες των ευρωεκλογών, κάτι που ήταν προγραμματισμένο. Εμφάνιζε τις μισές περίπου από τις απαραίτητες δαπάνες για την ολοκλήρωση των ολυμπιακών έργων και για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων. «Ξεχνούσε» τις υποχρεωτικές εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία Ι.Κ.Α., Τ.Ε.Β.Ε., Ν.Α.Τ., Ταμείο Νομικών κ.λπ. «Ξεχνούσε» τις πληρωμές του Ε.Κ.Α.Σ., τα χρέη στα νοσοκομεία, τις αμυντικές δαπάνες και πάρα πολλές άλλες δαπάνες δισεκατομμυρίων ευρώ «ων ουκ έστιν αριθμός». Να θυμίσω ακόμη σε αυτό το σημείο, ότι ο προϋπολογισμός του 2004 προέβλεπε ύψος εξόδων περίπου 64.000.000.000 ευρώ. Τελικά, όμως, από τον Απολογισμό προκύπτει ότι πραγματοποιήθηκαν δαπάνες ύψους περίπου 83.000.000.000 ευρώ, δηλαδή 19,5 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα, τα οποία διετέθησαν για υποεκτιμημένες δαπάνες ή μη προβλεπόμενες ή για την πληρωμή τόκων και χρεολυσίων, που επίσης εμφανίστηκαν υποεκτιμημένα στο σχετικό προϋπολογισμό.
Αξίζει ακόμα να αναφέρουμε ότι για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, για το έτος 2004, πληρώθηκαν περίπου 41,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Δηλαδή περίπου το 50% των δαπανών του προϋπολογισμού του 2004 πήγαν για την εξόφληση παλαιών τόκων και χρεολυσίων, δηλαδή οφειλών. Αυτή είναι άλλη μια τρανή απόδειξη της χρεοκοπημένης οικονομικής πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που στην κυριολεξία με δανεικά και αγύριστα προσπαθούσαν να κάνουν πολιτική, υποθηκεύοντας το μέλλον του τόπου, το μέλλον των παιδιών μας.
Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν αναγκασμένη -πιστή στις δεσμεύσεις της για μη επιβολή νέων φορολογιών στο δοκιμαζόμενο οικονομικά ελληνικό λαό, αλλά και μπροστά στο τεράστιο στοίχημα, που εύρισκε μπροστά της, δηλαδή της έγκαιρης ολοκλήρωσης των ολυμπιακών έργων και της επιτυχούς διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων- να προσφύγει σε δανεισμό, για να καλύψει αυτά τα τεράστια ελλείμματα που παρέλαβε. Έτσι, αναγκάστηκε να δανειστεί περίπου 50.000.000.000 ευρώ για να κλείσει ο προϋπολογισμός έναντι των προβλεπομένων, που ήταν περίπου 23.000.000.000 ευρώ. Όμως, αυτό ήταν ένα εντελώς ψευδές νούμερο, γιατί θα θυμίσω ότι και ο προϋπολογισμός του 2003 μιλούσε για δάνεια 23.000.000.000 ευρώ, αλλά τελικά η τότε κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αναγκάσθηκε να δανειστεί 38.000.000.000 ευρώ. Δηλαδή, είχε μια απόκλιση στις προβλέψεις της κατά 41%. Σκόπιμα δηλαδή κατά το 2004, η τότε κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ενέγραψε στον προϋπολογισμό μόνο 23.000.000.000 ευρώ, για ανάγκες δανεισμού, για να εμφανίσει αφ' ενός μικρότερο το έλλειμμα και αφ' ετέρου μικρότερο το δημόσιο χρέος.
Αν θέλετε, όμως και μερικούς συγκεκριμένους αριθμούς, αλλά για να σας αποδείξω του λόγου το αληθές, ευχαρίστως να σας δώσω μερικούς ενδεικτικούς. Για το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών προβλέπονταν 37.000.000.000 ευρώ και τελικά πληρώθηκαν 52,5 δισεκατομμύρια. Αύξηση 43,13%. Για το Υπουργείο Ανάπτυξης ο προϋπολογισμός του 2004 προέβλεπε 188.000.000 ευρώ και τελικά πληρώθηκαν 310.000.000 ευρώ. Αύξηση 65%. Για το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ο προϋπολογισμός προέβλεπε 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ και τελικά πληρώθηκαν 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Αύξηση 12%. Για το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών ο προϋπολογισμός προέβλεπε 300.000.000 ευρώ και τελικά πληρώθηκαν 436.000.000 ευρώ. Αύξηση 49,51%. Για το Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέωσης ο προϋπολογισμός προέβλεπε 72.000.000 ευρώ και τελικά πληρώθηκαν 117.000.000 ευρώ. Αύξηση 61,73%.
Είναι φανερό από τους αριθμούς, που ανέφερα ενδεικτικά μόνο για μερικά Υπουργεία, πόσο έξω ήταν αυτός ο προϋπολογισμός του 2004. Από τα στοιχεία που έχουν μελετηθεί από τον Ισολογισμό και τον Απολογισμό του 2004 προκύπτει ότι σαφώς είχαμε μια πολύ σοβαρή και έντιμη διαχείριση από την πλευρά του Υπουργείου Οικονομίας στα πλαίσια των δυνατοτήτων που υπήρχαν. Είναι επίσης σαφές ότι υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά στις πραγματοποιηθείσες από τις προβλεπόμενες δαπάνες. Όπως ανέφερα, όμως, πριν οι διαφορές αυτές οφείλονταν στην υποεκτίμηση των δαπανών, οι οποίες προβλέπονταν στον προϋπολογισμό, γιατί η τότε κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ήθελε για πολιτικούς λόγους να εμφανίζει μικρότερο το έλλειμμα και μικρότερες ανάγκες για δανεισμό. Βέβαια, στην πράξη αυτό δεν ίσχυσε. Θεωρώ, όμως, ότι ο Ισολογισμός και ο Απολογισμός του κράτους του οικονομικού έτους 2004 είναι σωστός. Άλλωστε, έχει ελεγχθεί τυπικά και έχει πάρει και την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Να, λοιπόν, ποια ήταν η πραγματική κατάσταση των δαπανών του 2004 και να ποιες ήταν οι υποθετικές προβλέψεις του προϋπολογισμού του 2004.
Τώρα, σε σχέση με κάποιους μύθους, που οι διαδεχόμενοι εμένα στο Βήμα συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. θα θελήσουν να παρουσιάσουν -άλλωστε είναι γνωστό ότι ο καθένας στην Ελλάδα ζει το μύθο του- για να τους προλάβω και για να σας προϊδεάσω θα αναφερθώ, για λόγους συντομίας, μόνο σε πέντε από αυτούς.
Πρώτος μύθος: Κατάρρευση των εσόδων για το 2004. Ακούστηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής και ασφαλώς θα ακουσθεί και στην Ολομέλεια ότι το 2004 είχαμε κατάρρευση των εσόδων και μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 10%. Τα πράγματα είναι απλά. Υπάρχουν αριθμοί, οι οποίοι πρέπει να αποδεικνύουν του λόγου το αληθές ή όχι; Από πού προκύπτει ο ισχυρισμός ότι είχαμε πλήρη κατάρρευση των εσόδων και ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα του ότι η νέα Κυβέρνηση της χώρας το 2004 απαξίωσε εντελώς τους ελεγκτικούς μηχανισμούς; Τα απολογιστικά στοιχεία είναι δεδομένα και δεν αμφισβητούνται από κανένα. Είναι ξεκάθαρα και σαφή.
Τα τακτικά έσοδα διακρίνονται σε άμεσους και σε έμμεσους φόρους. Από άμεσους φόρους έναντι προβλέψεων 15.199.000.000 ευρώ για το 2004 στον προϋπολογισμό, που κατήρτισε το ΠΑ.ΣΟ.Κ., τελικά εισπράχτηκαν 15.085.188.000 ευρώ. Δηλαδή, είχαμε μία μικρή απόκλιση κατά 113.000.000 ευρώ ή 0,75%. Αυτό είναι καταστροφή των ελεγκτικών μηχανισμών; Τα στοιχεία είναι συγκεκριμένα και δεν χωρούν καμία αμφισβήτηση. Η μείωση κατά 0,75% προέρχεται από τις δύο απανωτές εκλογές, τις εθνικές το Μάρτιο του 2004 και τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2004. Είχαμε αλλαγή της Κυβέρνησης, πράγμα που σημαίνει ότι κάποια πράγματα έπρεπε να εξετασθούν από την αρχή και να γίνουν κάποιες τομές και διοικητικές αλλαγές στον υπηρεσιακό μηχανισμό, κάτι που έγινε στη συνέχεια. Τον επόμενο χρόνο τα έσοδα ήταν πολύ καλύτερα. Άρα δεν στοιχειοθετείται ούτε αποδεικνύεται από πουθενά η κατάρρευση των εσόδων για το 2004.
Δεύτερος μύθος: Ο υπερδανεισμός, ένα ζήτημα στο οποίο έγινε ειδικότερη αναφορά στην ειδική επιτροπή από τον εισηγητή της Μειοψηφίας. Πράγματι, στον προϋπολογισμό του 2004 προβλεπόταν δανεισμός περίπου 23.000.000.000 ευρώ και τελικά ο δανεισμός ανήλθε στα 50.000.000.000 ευρώ περίπου. Όμως, αυτή η αύξηση οφείλεται στο ότι σκόπιμα στον προϋπολογισμό του 2004 οι δαπάνες για τα ολυμπιακά έργα και για μια σειρά άλλων οφειλών εμφανίστηκαν υποεκτιμημένες έτσι ώστε να εμφανιστεί μία ρόδινη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Άλλωστε, να θυμίσω ότι οι ίδιες οι κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στον προϋπολογισμό του 2003 εμφάνιζαν ανάγκες για δανειακές υποχρεώσεις της χώρας 27.000.000.000 ευρώ και τελικά δανείστηκαν 38.000.000.000 ευρώ. Είναι φανερό ότι ήταν πάγια τακτική των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να εμφανίζουν ωραιοποιημένα στοιχεία.
Έτσι, λοιπόν, και ο προϋπολογισμός του 2004 ήταν προεκλογικός και έπρεπε να δείχνει όμορφος για να πουλήσει στον ελληνικό λαό. Ευτυχώς, όμως, από τις εμπειρίες που είχε ο ελληνικός λαός από τις κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κατά τα προηγούμενα χρόνια, δεν τον έπεισαν για τα ψεύδη αυτά.
Μύθος τρίτος: Υπέρβαση δαπανών. Προηγουμένως έκανα μία αναλυτική αναφορά και είπα ότι όλα τα αριθμητικά δεδομένα, που εμφανίστηκαν στον προϋπολογισμό του 2004 ήταν υποτιμημένα, γιατί ήθελαν να δείξουν ότι μειώνεται το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος.
Αν υπάρχει ένα εύκολα προβλέψιμο νούμερο, γιατί αυτό είναι σταθερό, αυτό αφορά τους μισθούς και τις συντάξεις. Βεβαίως κάθε χρόνο προσθέτουμε στην εισοδηματική πολιτική αυτούς και με βάση τα απολογιστικά στοιχεία μπορούμε να υπολογίσουμε αυτόν τον αριθμό με πολύ καλή προσέγγιση.
Όμως, από τον Απολογισμό του 2004 προκύπτει ότι ακόμη και αυτός ο αριθμός που αφορά τους μισθούς και τις συντάξεις, που ήταν απόλυτα προβλέψιμος, ήταν πάρα πολύ υποτιμημένος, απείχε μακράν της πραγματικότητας.
Επίσης η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε ξεχάσει να συμπεριλάβει τις δαπάνες για την καταβολή των εκλογικών επιδομάτων και για μια σειρά εκλογικών δαπανών που αφορούσαν τις εθνικές εκλογές και τις ευρωεκλογές του 2004. Είχε ξεχάσει τις οφειλές και τα χρήματα, που έπρεπε να προβλεφθούν για την ολοκλήρωση των ολυμπιακών έργων και για την πετυχημένη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων. Είχε ξεχάσει τις οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία, στο Τ.Ε.Β.Ε. στο Τ.Α.Ε. στο Ταμείο Νομικών, στο Ι.Κ.Α. στον Ο.Γ.Α. τα χρήματα που έπρεπε να δώσει για το Ε.Κ.Α.Σ., προκειμένου να δοθεί αυτό το επίδομα και μια σειρά άλλων ανοικτών υποχρεώσεων.
Μύθος τέταρτος: Για όλα τα δεινά της ελληνικής οικονομίας φταίει η δημοσιονομική απογραφή!
Αγαπητοί συνάδελφοι και συναδέλφισσες, αυτή είναι η λογική του παραλόγου σε όλο της το μεγαλείο ή καλύτερα θα έλεγα μιας πασοκικής αντίληψης για τη «λογική». Σύμφωνα με αυτήν δεν φταίει η αρρώστια, για τα προβλήματα ενός ασθενούς, αλλά φταίει το θερμόμετρο που δείχνει τα συμπτώματα της ασθένειας . Γνωρίζαμε ότι υπήρχαν μεγάλα κρυφά ελλείμματα και χρέη, όλοι μας η Βουλή, ο Ελληνικός λαός, ο Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες, όλοι!
Θυμίζω σε όλους ότι η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, ήδη από το 2002, αμφισβητούμε τα στατιστικά στοιχεία, που της έδιδαν οι ελληνικές υπηρεσίες και ήδη τον Αύγουστο του 2002 είχε αναθεωρήσει αυτά τα στοιχεία για το έλλειμμα και το χρέος προς τα πάνω.
Γνωρίζουμε ακόμη τη συνεχή αλληλογραφία μεταξύ EUROSTAT και ελληνικών υπηρεσιών με επιστολές που η EUROSTAT αμφισβητούμε τα στοιχεία που παρείχαν οι κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ζητούσε διευκρινίσεις σε επιμέρους ζητήματα.
Γνωρίζουμε επίσης όλοι μας το αποτέλεσμα της δημοσίευσης συγκεκριμένου άρθρου, πριν από δύο χρόνια περίπου από τον πρώην Πρωθυπουργό κ. Σημίτη στους «FINANCIAL TIMES» και τις ανταλλαγές επιστολών μεταξύ στελεχών των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με τους γενικούς διευθυντές της EUROSTAT. Το αποτέλεσμα ήταν η πλήρης γελιοποίηση των απόψεών τους.
Ας σοβαρευτούμε, όμως. Κανείς λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να πειστεί ότι για την κατάντια της ελληνικής οικονομίας φταίει η «απογραφή» και όχι η άφρων οικονομική πολιτική επί μια εικοσαετία των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Έλεος αγαπητοί συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Μην υποτιμάτε τη νοημοσύνη μας, μην υποτιμάτε τη νοημοσύνη του ελληνικού λαού.
Μύθος πέμπτος και τελευταίος: Η διάλυση της ελληνικής οικονομίας! Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, τους μύθους, που εν συντομία σας ανέφερα και που σύντομα θα ακούσετε αναλυτικά από τους συναδέλφους του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να σας αναλύουν, θα σταθώ στο επιστέγασμα αυτών των μύθων, ότι δηλαδή εξαιτίας όλων των προηγουμένων προβλημάτων, στα οποία αναφέρθηκα, διέλυσε η Κυβέρνηση την ελληνική οικονομία. Ουδείς ψευδέστερος τους ισχυρισμού αυτού.
Ας δούμε, λοιπόν, όλοι μαζί τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας.
Δημοσιονομικό έλλειμμα. Το έλλειμμα στα τέλη του 2004 ξεπερνούσε το 7% επί του Α.Ε.Π. σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της EUROSTAT. Ήδη το 2005 μειώθηκε στο 4,5%, ενώ το 2006 αναμένεται για πρώτη φορά να κλείσει σε ποσοστό κάτω του 3% και συγκεκριμένα στο 2,6%.
Δημόσιο χρέος. Το 2004 το δημόσιο χρέος ξεπερνούσε το 110% του Α.Ε.Π.. Ως τα τέλη του 2006 θα έχει μειωθεί στο 104% και βαίνει συνεχώς μειούμενο.
Αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης. Το 2004, χρονιά Ολυμπιακών Αγώνων -το τονίζω με όλα τα ολυμπιακά έργα σε πλήρη εξέλιξη, ο ρυθμός ανάπτυξης του Α.Ε.Π. ήταν 3,8%. Το 2005 και το 2006, παρά το ότι οι αμετανόητες «κασσάνδρες» του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προέβλεπαν πτώση αυτού του ρυθμού και κάποιοι μάλιστα «ειδικοί επιστήμονες», πρώην Υπουργοί του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ισχυρίζονταν ότι εάν δεν συμβεί αυτό θα σχίσουν τα πτυχία τους, και τα δύο αυτά χρόνια το ποσοστό ήταν πολύ ικανοποιητικό, δηλαδή το 2005 έκλεισε στο 3,9% και το 2006 το πρώτο εννεάμηνο, κινείται κοντά στο 4%. Το Α.Ε.Π. συνεχώς αυξάνει. Με το σχίσιμο, όμως, των πτυχίων των συναδέλφων αυτών, δεν ξέρουμε τι θα γίνει!
Ανεργία. Παραλάβαμε την ανεργία της χώρας στο 11,3%, το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε. Σήμερα, μετά την υλοποίηση μιας συγκεκριμένης αναπτυξιακής πολιτικής, που ήδη αποδίδει καρπούς, η ανεργία στο δεύτερο τρίμηνο του 2006 βρίσκεται στο 8,8%, δηλαδή 2,5 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερη από αυτήν που τη βρήκατε. Είναι ή δεν είναι δείγμα προόδου και ανάπτυξης αυτό της ελληνικής οικονομίας, αγαπητοί συνάδελφοι; Στοιχειοθετούν όλα τα παραπάνω στοιχεία, που και αντικειμενικά είναι και δεν αμφισβητούνται πλέον από κανέναν, γιατί έχουν προκύψει από απόλυτη συμφωνία και συνεργασία μεταξύ ελληνικών και ευρωπαϊκών στατιστικών υπηρεσιών τις απόψεις που μιλούν περί διάλυσης της ελληνικής οικονομίας;
Ποιον καλόπιστο και καλοπροαίρετο πολίτη μπορείτε να πείσετε ότι στέκουν οι αίολοι ισχυρισμοί σας, όταν μιλούν πραγματικά οι αριθμοί, όταν έχουμε την απόλυτη αλήθεια των αριθμών;
Ωραία, λοιπόν, τα παραμύθια, αγαπητοί συνάδελφοι, αλλά ξεχάσαμε μα πούμε και για το «δράκο» του παραμυθιού. Άλλωστε κάθε ωραίο παραμύθι έχει και το δράκο του. Για σας, λοιπόν, αυτός ο δράκος του παραμυθιού, ήταν ο δικός σας, ο σοσιαλιστής Επίτροπος, ο αρμόδιος για το οικονομικά, κ. Αλμούνια. Συνεχώς επικαλούσασταν δηλώσεις του για την ανάγκη λήψης νέων μέτρων, για μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
Έλα, όμως, που τα πράγματα ήρθαν τελείως διαφορετικά. Έτσι μόλις προχθές ακούσαμε τον αρμόδιο περί των οικονομικών Επίτροπο, κατά τη διάρκεια της φθινοπωρινής συνόδου των υπουργών Οικονομικών του ECOFIN, να αναπτύσσει τις εκτιμήσεις της Επιτροπής του, σύμφωνα με τις οποίες «αναγνωρίζεται η σημαντική αναπτυξιακή δυναμική, που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη άνοδος των επενδύσεων, αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας. Ακόμη αναγνωρίζεται η σημαντική δημοσιονομική προσπάθεια, που έγινε τα τελευταία χρόνια και η οποία οδηγεί τα ελλείμματα κάτω από το 3% του Α.Ε.Π. τόσο φέτος όσο και για τα επόμενα χρόνια».
Κλείνοντας, αγαπητοί συνάδελφοι, με την ανοχή του κυρίου Προέδρου και τον οποίον θερμά ευχαριστώ, με βάση αυτές τις αρχές που ανέφερα, διαχειριστήκαμε, τα δημόσια οικονομικά του 2004, με εντιμότητα με σοβαρότητα νοικοκυρεμένα, με σκληρή δουλειά, με οικονομία. Κατορθώσαμε και κλείσαμε έναν ψεύτικο προϋπολογισμό, όπως αυτός του 2004, που, όπως προείπα, ήταν ο χειρότερος όλων των προϋπολογισμών, που έφεραν οι κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προς το ελληνικό κοινοβούλιο. Κάναμε μια χρηστή διαχείριση ενός οικονομικού προϋπολογισμού με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και είμαστε περήφανοι. Γι' αυτό και κοιτάμε στα μάτια εσάς, αλλά και τον ελληνικό λαό, γιατί σεβαστήκαμε και το τελευταίο του ευρώ, γιατί και το τελευταίο ευρώ έπιασε τόπο.
Γι' αυτόν το λόγο, κύριε Πρόεδρε, ζητάμε από όλους τους συναδέλφους να κάνουν την υπέρβασή τους, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Είμαι βέβαιος ότι κάνουν ότι μπορούν να το κάνουν. Και τους καλούμε να ψηφίσουμε όλοι μαζί, ομόφωνα, τον Απολογισμό, και τον Ισολογισμό του οικονομικού έτους 2004.
Ευχαριστώ πολύ.